ΤΙΤΛΟΣ:
" εκμαγείο "
απο την ποιητική συλλογή : ¨συστηχίες¨.
Στην
περιπέτεια που μπήκαμε και οι δύο,
τα σώματά
μας, είναι αδιάκοπες φωνές,
που
στριμωχτήκαν στου θεού το εκμαγείο
και
αναφωνήσαμε μαζί ομοβροντίες.
Σε αγαπώ
όπως ο ήλιος την αλμύρα,
με αγαπάς
σαν ο ληστής τη φυλακή,
η έκθεση, μου
καίει την επιδερμίδα,
η δέσμευσή
σου φάση αναχωρητική.
Περιπλανιέσαι
μέσ΄ την έρημο
Σαχάρα,
αναστενάζεις
στο καρφί που κουβαλάς,
είναι η
έμπνευση που μπαίνει σε κονκάρδα,
για να
θυμούνται οι παλιοί τη συζητάς.
Πατάω τη
νάρκη και ξεχύνομαι στα δάση,
ετεροβρίσκομαι
εκεί που περπατώ,
έγινα
νάρκισσος μαζί με τα άλλα άνθη,
μοιράζω
αρώματα για σένα τραγουδώ.
Πρόωρα
ήρθαμε σε τούτη την αγάπη
και
ακαθόριστα κάναμε την αρχή,
ο
καρχαρίας χτίζει ερείπια στη Μάγχη
μα το
δελφίνι κάνει βόλτες στην ακτή.
Εκεί που
κρίνονται οι άνθρωποι μονάχοι
Ο
πρωτεργάτης έχει αποκοιμηθεί,
ο
ταχυδρόμος έφερε το κρύο στάχυ
και κάποιο
γράμμα που έχει κάπως, μαραθεί.
Μοιάζεις με
πόλη αφημένη, στο σκοτάδι
που έπαιζε
χρόνια το κρυφτό με τα παιδιά.
Μα στην
πηγή το μέτρημα δε φτάνει,
το άγχος
στάλαξε στα μάτια σου καπνιά.
Είμαι
βιβλίο, ταραγμένο στο λιμάνι,
που στις
σελίδες μου ταξίδια αναπολώ.
Στα
πεζοδρόμια μετρούν οι δραγουμάνοι,
τον
τελευταίο μου ανήθικο σκοπό.
Η αποκάλυψη
ζημιά μές΄το αρχείο,
και
ειρωνεία που έχει πια αναστηθεί,
σαρκαστικά
ξεκορνιζάρεις το πτυχίο,
μα ίσως ο
θάνατος να έχει κερδηθεί.
Αναπόσπαστος
μύθος ο δικός μας ο ήχος, σαν σιωπή ευδοκιμεί, στης ζωής τη χορδή.
Στα πελώρια
τα ύψη, σκαρφαλώνει η τύψη, σαν αγρίμι γυμνό, πίσω ακολουθώ.
Παραπόταμος
έρπω, στα σκεπάσματα πέφτω, στη ζεστή αμμουδιά στα αιώνια φιλιά.
Αγκαλιάζω
και φέτος, το μελλούμενο έπος. Αν με βρεις το πρωί, τεχνητή αναπνοή.
Με το ίδιο
ποτήρι ακουμπάμε τα χείλη με την ίδια φωτιά σβήνουμε τα παλιά.
Η καρδιά
μας μαντήλι που μιλάει και κρίνει, μας γελάει συχνά, " κωμική αναποδιά
".
Ντάσιος Αλέξης.